ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΗΧΑΝΙΩΝΑΣ
Ο οικισμός της Ν. Μηχανιώνας ιδρύθηκε το 1923 στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών από πρόσφυγες προερχόμενους στην πλειοψηφία τους από την περιοχή του Κυζίκου στην Προποντίδα. Αυτή η πρώτη εγκατάσταση πραγματοποιήθηκε σε έκταση 450 περίπου στρεμμάτων. Το 1931 με τη διανομή γεωργικής γης ενσωματώθηκαν επιπλέον άλλα 50 στρέμματα στον οικισμό. Το 1948 εγκρίθηκε ρυμοτομικό σχέδιο σε έκταση 650 περίπου στρεμμάτων, ακολουθώντας σε γενικές γραμμές την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση της δομημένης περιοχής και επεκτάθηκε στα ήδη διανεμημένα αγροτεμάχια.
H περιοχή της Μηχανιώνας, μέχρι και το 1926 υπαγόταν διοικητικά στην Κοινότητα της Επανομής. Στη συνέχεια αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα η οποία συμπεριλάμβανε και τους οικισμούς της Ν. Κερασιάς και Αγγελοχωρίου. Αρχικά λοιπόν τα όρια της Κοινότητας Ν. Μηχανιώνας ταυτιζότανε με τα όρια του «Καποδιστριακού» Δήμου της Μηχανιώνας. Στη συνέχεια οι οικισμοί του Αγγελοχωρίου και της Ν. Κερασιάς αποτέλεσαν ξεχωριστές διοικητικές ενότητες (κοινότητες). Από 1 Ιανουαρίου 1994 η Κοινότητα της Ν. Μηχανιώνας μετατράπηκε σε Δήμο καθώς ξεπέρασε τους 5000 κατοίκους. Από 1 Ιανουαρίου 1995 υπήρξε εθελούσια συνένωση μεταξύ του Δήμου Μηχανιώνας και της Κοινότητας της Κερασιάς. Με τον Ν. 2539/97 συστάθηκε ο νέος Δήμος Μηχανιώνας, στον οποίο συνενώθηκαν ο πρώην Δήμος Ν. Μηχανιώνας (ο οποίος συμπεριλάμβανε ήδη και την Κερασιά) και η Κοινότητα Αγγελοχωρίου. Σήμερα, μετά τον «Καλλικράτη», μετέχουν στον ενιαίο δήμο Θερμαϊκού.
Το 1940 η Νέα Μηχανιώνα είχε 2.283 κατοίκους, το 1951 μετά τον πόλεμο 2.662 κατοίκους, οι οποίοι το 1981 έγιναν 4.020, για να ανεβούν στους 5.678 κατοίκους το 1991, να εκτοξευτούν το 2001 στους 7.155 και να φτάσουν σήμερα, με την απογραφή του 2011 στους 8.775 κατοίκους.
Η ευρύτερη περιοχή κατοικείται τουλάχιστον από τα προϊστορικά χρόνια, γεγονός που μαρτυρεί μια σειρά από «τούμπες» που υψώνονται από το Μεγάλο Έμβολο ως την Καλλικράτεια. Από τις τούμπες αυτές, εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου Μηχανιώνας, περιλαμβάνεται η τούμπα της Τάμπιας που ορθώνεται στην απόκρημνη ακτή πάνω από τον υδροβιότοπο της Αλυκής. Η θέση της ταυτίζεται με τη θέση της πόλης «Αίνεια», η οποία υπήρξε σημαντική πόλη κατά τους ιστορικούς χρόνους.
ΑΡΧΑΙΑ ΑΙΝΕΙΑ
Στο κέντρο της μεγάλης αίθουσας των μονίμων εκθέσεων του ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΎ ΜΟΥΣΕΊΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗΣ είναι τοποθετημένος ένας ΟΛΌΚΛΗΡΟΣ ΤΆΦΟΣ! Αξίζει τον κόπο να ανεβεί κανείς τα δύο σκαλιά (του υπερυψωμένου επιπέδου που τον περιβάλλει) να δει το κρυμμένο για 2.300 χρόνια εσωτερικό του.
Ο τάφος βρέθηκε και αποκολλήθηκε ολόκληρος στη διάρκεια ανασκαφής της τραπεζιόσχημης τούμπας στα νότια παράλια της χερσονήσου Μεγάλο Εμβολο ή Καραμπουρνού, στα ΒΔ της σημερινής ΝΈΑΣ ΜΗΧΑΝΙΏΝΑΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΊΚΗΣ. Η περιοχή έχει ταυτισθεί με βάση τις πληροφορίες του Ηροδότου και του Λίβιου με την ΑΡΧΑΊΑ ΠΌΛΗ ΑΊΝΕΙΑ.
Ο πώρινος κιβωτιόσχημος τάφος (ονομάστηκε από τους αρχαιολόγους «της Αινείας») βρέθηκε ασύλητος. Το εσωτερικό του είναι ζωγραφισμένο (επενδυμένος εσωτερικά) με εξαιρετικής ποιότητας τοιχογραφίες (πολύχρωμη κοσμοφόρος που περιτρέχει και τις τέσσερις πλευρές με βλαστούς, άνθη, περιστέρια, κορδέλες) και προσωπικά είδη της νεκρής νεαρής γυναίκας. Η ταφή χρονολογείται στα 350-325 π.χ. Η νεαρή αριστοκράτισσα (με βάση τα ευρήματα) νεκρή αναπαύεται επί 2.300 χρόνια παρέα με ολόκληρο το… μπουντουάρ της. Ο ιστοριοδίφης θεατής μπορεί να βυθιστεί στην εξερεύνηση των συμβόλων που κοσμούν την εξαιρετικής τέχνης πολύχρωμη κοσμοφόρο με βλαστούς και άνθη η οποία περιτρέχει όλο τον τάφο. Τα ταφικά σύμβολα, περιστέρια, κουκουνάρια και ανθέμια που παρεμβάλλονται, καθώς και τα αντικείμενα της καθημερινής ζωής από τον γυναικείο θάλαμο (στεφάνι, ταινίες, γυναικεία προτομή, αλάβαστρο, κιβώτιο με τα είδη καλλωπισμού), δίνουν ένα έξοχο σύνολο ζωγραφικής του 4ου π.χ. αιώνα, από τα πιο πρώιμα στη Μακεδονία, είναι ενδεικτικά του πολυτελούς τρόπου ζωής και αντανακλούν το πλαίσιο των θρησκευτικών αντιλήψεων της αριστοκράτισσας νεκρής.
Η πόλη της Αινείας (σημερινή Νέα Μηχανιώνα) πήρε το όνομα από τον ιδρυτή της Αινεία, τον θρυλικό ήρωα της Τροίας, γιο της θεάς Αφροδίτης και του Αγχίση. Όταν έπειτα από δεκάχρονη πολιορκία η Τροία κυριεύθηκε από τους Έλληνες, ο Αινείας φυγάδευσε έξω από την πόλη στους ώμους του τον γέροντα πατέρα του κι εγκατέλειψε την πατρίδα του. Ξεκίνησε ακολουθούμενος από τη γυναίκα του Κρέουσα (κόρη του βασιλιά της Τροίας Πρίαμου και της Εκάβης) και τα παιδιά τους, ανάμεσα στα οποία η κόρη τους, Ανθεμώνη, που έδωσε το όνομά της στην πόλη Ανθεμούς. Τελικός στόχος του ταξιδιού του ήταν το Λάτιο, στη σημερινή Ιταλία, ωστόσο ο Αινείας έκανε μια αναγκαστική στάση – εγκατάσταση στο μεγάλο Καραμπουρνού. Εδώ, αφού έθαψε τον πατέρα του που δεν άντεξε την ταλαιπωρία της μετακίνησης, έχτισε την πόλη Αίνεια. Από τότε αυτό που σήμερα ονομάζεται μεγάλο Καραμπουρνού ονομάστηκε Αινεία Ακρα και Αιναίον Ακρωτήριο. Ο Αινείας εξακολούθησε το ταξίδι του στην Ιταλία, αλλά η γυναίκα του Κρέουσα με τον γιο τους Ασκάνιο και τις θυγατέρες παρέμεινε στη νεοϊδρυθείσα Αίνεια και βασίλεψε μέχρι τον θάνατό της.
-Η Αίνεια στην αρχαιότητα αναπτύχθηκε τόσο ώστε τον 6ο π.χ. αιώνα έκοψε νομίσματα, αργυρά τετράδραχμα, που στη μία όψη τους είχαν παράσταση του Αινεία να κουβαλάει στους ώμους του τον γέροντα πατέρα του.
– Εκτός από τα νομίσματα, η πράξη αυτή του Αινεία απαθανατίστηκε πολύ αργότερα (15-16ο αιώνα) από αναγεννησιακούς ζωγράφους.
– Η περιπλάνηση του Αινεία στην Ανατολική Μεσόγειο τον κατέστησε (υπό μια μυθολογική ανάλυση θεωρείται ο ιδρυτής της Ρώμης), τον Οδυσσέα των Λατίνων, καθώς ο μύθος έδωσε την αφορμή στον ρωμαίο ποιητή Βιργίλιο (1ος π.Χ. αιώνας) να συγγράψει το σημαντικότερο έπος της λατινικής γλώσσας, την «Αινειάδα», κατά μίμηση της ομηρικής «Οδύσσειας», όπου διηγείται με περισσότερες λεπτομέρειες τις περιπέτειες του Αινεία.